«

»

ΠΩΣ Η ΜΙΑ (ΕΛΛΗΝΙΚΗ) ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΕΓΙΝΕ…ΤΡΕΙΣ!!! Μέρος 25ο

Β΄ Βουλγαρική Κατοχή, 1916-1918

Στην περιοχή της ανατολικής Μακεδονίας η είδηση της εισόδου των γερμανοβουλγαρικών στρατευμάτων προκάλεσε ένταση και αναταραχή. Αναβίωσαν τότε οι οδυνηρές μνήμες του Μακεδονικού Αγώνα και των Βαλκανικών Πολέμων. Ενώ η Ελλάδα αδυνατούσε να αντιδράσει – αφού βρισκόταν στην κορύφωση του διχασμού και ήταν διαιρεμένη σε δύο ‘’κράτη’’ – οι κατακτητές επέβαλαν διάφορους περιορισμούς και απαγορεύσεις, ενώ σύντομα εμφανίσθηκαν προβλήματα στην τροφοδοσία της τοπικής αγοράς με τρόφιμα, τα οποία επιτάχθηκαν για τις ανάγκες του κατοχικού στρατού. Καθορίσθηκε νέα ισοτιμία ανάμεσα στη δραχμή και το λέβα, ιδιαίτερα ευνοϊκή για το βουλγαρικό νόμισμα, ενώ επιβλήθηκε η διδασκαλία της βουλγαρικής γλώσσας στα σχολεία και η χρήση της στις εκκλησίες. Ταυτόχρονα, συλλήψεις για ασήμαντες αφορμές, φυλακίσεις δίχως αιτιολογημένες δικαστικές αποφάσεις, υποχρεωτική παροχή εργασίας (αγγαρείες), προπηλακισμοί, ταπεινώσεις και βιαιοπραγίες σε βάρος των Ελλήνων αποτελούσαν μέρος της καθημερινότητας. Εκτός από τον τακτικό στρατό οι Έλληνες είχαν να αντιμετωπίσουν και τις άτακτες ομάδες Κομιτατζήδων, όπως ο – διαβόητος για τη δράση του στον Μακεδονικό Αγώνα – Τόντορ Πανίτσα. Το αποτέλεσμα των κακουχιών και της πείνας ήταν πολλοί Έλληνες να χάσουν τη ζωή τους. Αρκετοί κατευθύνθηκαν προς την περιοχή δυτικά του ποταμού Στρυμόνα, που είχε παραμείνει υπό ελληνική διοίκηση, για να διασωθούν από τις διώξεις. Την περίοδο εκείνη, εκτός από τους φόνους ιερέων, υπήρξαν κλοπές αντικειμένων ανεκτίμητης αξίας πολλών μοναστηριών (κρατούνται έως σήμερα στη Βουλγαρία) και η ελληνική πλευρά έχει διατυπώσει επανειλημμένα αιτήματα για την επιστροφή των κλεμμένων κειμηλίων. Όμως το πιο ειδεχθές πρόσωπο της βουλγαρικής κατοχής υπήρξε ο εκτοπισμός Ελλήνων της περιοχής στο εσωτερικό της Βουλγαρίας, διαδικασία η οποία διήρκεσε περισσότερο από δύο χρόνια. Υπολογίζεται πως 42.000 Έλληνες μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης για καταναγκαστικά έργα. Ατέλειωτα καραβάνια αιχμαλώτων μεταφέρονταν με τα πόδια και στη συνέχεια με τρένα κάτω από αντίξοες συνθήκες. Το 1/3 των εκπατρισθέντων έχασαν τη ζωή τους από τις στερήσεις, τα βασανιστήρια και την εξοντωτική εργασία και δεν επέστρεψαν ποτέ στην πατρίδα τους. Ακόμη τραγικότερη στάθηκε η διαδικασία της παλλινόστησης των χιλιάδων Ελλήνων ομήρων.

Η Β΄ Βουλγαρική Κατοχή τελείωσε με τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πόλεμου και την επακόλουθη ανακωχή μετά την ήττα των Κεντρικών Δυνάμεων και των συμμάχων τους (Σεπτέμβριος 1918). Η κατάσταση με την οποία ήρθαν αντιμέτωποι οι Έλληνες στρατιωτικοί και πολιτικοί αμέσως μετά την απελευθέρωση της ανατολικής Μακεδονίας και της δυτικής Θράκης ήταν δραματική. Προτεραιότητα της ελληνικής διοίκησης ήταν η μέριμνα για τον επισιτισμό της περιοχής. Δουλειά κολοσσιαία και δύσκολη, αφού οι ανάγκες ήταν πολλές και τα διαθέσιμα μέσα ελάχιστα, προκειμένου να συντονιστεί ανθρωπιστική αποστολή υπέρ ενός πληθυσμού που μαστιζόταν από φτώχεια, πείνα και κακές συνθήκες διαβίωσης. Συσσίτια, πρόχειρα νοσοκομεία και διανομή ιατροφαρμακευτικού υλικού υπήρξαν οι πρώτες ενέργειες για την αντιμετώπιση της κρίσης. Άλλο ένα πρόβλημα που προέκυψε ήταν η επιστροφή των παλιννοστούντων. Όσοι όμηροι επέζησαν από τις κακουχίες και τα καταναγκαστικά έργα γύρισαν από τη Βουλγαρία σε άσχημη ψυχολογική και σωματική κατάσταση. Στους σιδηροδρομικούς σταθμούς της περιοχής η εικόνα ήταν απερίγραπτη. Η Έλλη Αδοσίδου, επικεφαλής του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, γράφει χαρακτηριστικά: ‘’Σε κάθε βαγόνι ήταν στοιβαγμένοι πάνω από 50 άνθρωποι με τα υπάρχοντά τους, συμπεριλαμβανομένων αποσκευών και ζώων. Ο τύφος και η πνευμονία τους θέριζαν. Υπήρχαν άρρωστοι, τρελοί και πεθαμένοι. Η ανείπωτη αυτή αθλιότητα, η πείνα και η απόγνωση έδιναν την εικόνα του φάσματος του θανάτου και η φοβερή αποφορά που έβγαινε με κατατρέχουν σαν εφιάλτης’’. Χρειάσθηκαν δεκαετίες, προκειμένου να επουλωθούν τα τραύματα στην κοινωνική συνοχή, την φυσική παρουσία και την ψυχική συγκρότηση των Ανατολικομακεδόνων. Κι αυτό γιατί μετά τα γεγονότα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου επακολούθησε η ασταθής περίοδος του Μεσοπολέμου, όπου οι ανταλλαγές πληθυσμών, οι συνακόλουθες πληθυσμιακές ανακατατάξεις, υπό τη συνεχή ανασφάλεια που εξακολουθούσαν να καλλιεργούν οι επιδρομές Κομιτατζήδων, αλλά και η οδυνηρή αναβίωση παρόμοιων δεινών κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1940, λειτούργησαν ανασχετικά στην εμπέδωση ενός πνεύματος ειρηνικής συμβίωσης, οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης.

Λειβαδίτης Κωνσταντίνος

(Visited 39 times, 1 visits today)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Επιτρέπονται τα εξής στοιχεία και ιδιότητες HTML: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>

3 + 4 =