«

»

Eν τη οικία του Πατρός μου πολλαί μοναί εισί…

(Διήγηση του Οσίου Ιακώβου του εν Ευβοία)

“Κάποτε διάβαζα το βίο του Άγιου Σεραφείμ του Σαρώφ και στο σημείο που έλεγε ο Άγιος ότι είδε τα σκηνώματα του Παραδείσου, «εν τη οικία του Πατρός μου πολλαί μοναί εισί», τότε λέω πώς να είναι άραγε Θεέ μου, αυτές οι Μονές;

Ξαφνικά μου έπεσε το βιβλίο από τα χέρια και βρέθηκα σ` ένα ωραίο μέρος.

Μπροστά μου ήταν ένας δρόμος κατάφυτος με βιολέτες, όλες το ίδιο ύψος και πυκνοφυτεμένες, ευωδιαστές και δίπλα μου στεκόταν ένας Γέροντας, ο Άγιος Δαβίδ ήταν.

Ήθελα να προχωρήσω και δίσταζα να μην σπάσω τα λουλούδια.

Έλεγα μάλιστα ποιος τα φύτεψε τόσο πυκνά.

Αν ήταν λίγο αραιότερα θα έβαζα το πόδι μου ανάμεσα και δε θα τα έσπαζα και δίσταζα να προχωρήσω.

Τότε μου λέει ο Γέροντας.
Προχώρα, προχώρα, προχώρα, πάτερ Ιάκωβε, μη φοβάσαι τα λουλούδια αυτά δεν είναι σαν και εκείνα που ξέρεις , δεν σπάζουν…..”

…προχωρούσα, πατούσα κ δεν σπάζανε. Βλέπω δεξιά, ένα απότομο κατήφορο, χωματόδρομο επικίνδυνο και λέω: Τι δρόμος κατηφορικός είναι αυτός; Αν περάσει κανένα αυτοκίνητο θα κινδυνεύσει

Μου λέει ο γέροντας:
Εδώ πάτερ Ιάκωβε δεν υπάρχουν αυτοκίνητα, ας τον αυτόν τον δρόμο μην τον κοιτάζεις, εσύ βάδιζε το δρόμο που βαδίζεις.

Βαδίζαμε στο ανθισμένο αυτό δρόμο κ λέω: «ας κοιτάξω τι υπάρχει γύρω».
Βλέπω κάτι σπιτάκια, αραιοκατοικημένα, σαν παλατάκια, με τις περιφράξεις τους με τις εξώπορτες τους, γεμάτα λουλούδια, ομορφιά και φως, αλλά ήταν εντελώς άδεια, δεν υπήρχε κανένας άνθρωπος μέσα
Λέω τότε στον Γέροντα που με συνόδευε:
Γέροντα, τι ησυχία κ τι ομορφιά είναι αυτή;
Ας είχα κ εγώ ένα τέτοιο σπιτάκι να κάθομαι στην ησυχία, να κάνω την προσευχή μου, γιατι εγώ είμαι άνθρωπος της ησυχίας.

Τότε σήκωσε ο Γέροντας το χέρι του κ μου έδειξε το σπιτάκι που ήταν για μένα.
Αμέσως όμως βρέθηκα στο κελί μου κ είπα:
Γιατί ξαναγύρισα σ` αυτό το κόσμο; Αχ να μην ξαναγύριζα αλλά να έμενα για πάντα εκεί…..

(Visited 136 times, 1 visits today)